Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2016

Γιατί ο Ερντογάν βάζει τώρα ζήτημα Λωζάνης και νησιών του Αιγαίου


Η ευθεία αμφισβήτηση της συνθήκης της Λωζάνης από τον «σουλτάνο της Αγκύρας», η απροκάλυπτη εκδήλωση των νεο-οθωμανικών του εμμονών και ο ωμός τρόπος που τις εξέφρασε έπεσαν ως κεραυνός στα σαλόνια της αθηναϊκής ελίτ. Και είναι απολύτως φυσιολογικό να συμβαίνει τούτο, καθώς οι ψευδαισθήσεις με τις οποίες για χρόνια τρέφουν τον ελληνικό πληθυσμό έχουν μετατραπεί για τα μέλη της ιθύνουσας τάξης μας σε δεύτερη φύση. Ως εκ τούτου, κάθε φορά που το σκηνικό που έχουν στήσει καταρρέει, εκπλήσσονται σφόδρα, αν και πάντα παροδικά. Σύντομα ανακτούν τη ψυχραιμία τους για να κατασκευάσουν ένα νέο «αφήγημα», και έτσι να συνεχιστεί ο ύπνος του δικαίου. Αυτό συνέβη, στην ουσία, και σε αυτή τη περίπτωση. Λένε λοιπόν, για εσωτερική κατανάλωση και για να πικάρουν τους κεμαλιστές είναι οι βρυχηθμοί του Τούρκου, που απειλεί να καταβροχθίσει από τα Δωδεκάνησα μέχρι την Λήμνο και τη Σαμοθράκη κάθε νησί από το οποίο ακούγονται ήχοι μέχρι τις ακτές της Μικράς Ασίας! Έτσι, εμείς μπορούμε να παραμείνουμε ψύχραιμοι για να συνεχίσουμε τις καθημερινές μας ασχολίες.
Δυστυχώς, όμως, η παρούσα συγκυρία είναι απείρως πιο δραματική για την ελληνική πλευρά. Και γι’ αυτό εκπέμπεται και ένας κεκαλυμμένος πανικός στα υψηλά δώματα της εξουσίας.
Γιατί ο Ερντογάν, ο πάντα παρορμητικός, φανατικός και κατακτητικός, δεν συνηθίζει να αστειεύεται. Αποφάσισε ψύχραιμα και μεθοδικά να αναβαθμίσει τον τουρκικό αναθεωρητισμό, βασιζόμενος σε υπαρκτά, θετικά για τον ίδιον, δεδομένα ώστε να επιτύχει συγκεκριμένους και πολλαπλούς στόχους.
Ποια είναι τα δεδομένα και ποιοι οι στόχοι του;
·         Η αίσθηση της απόλυτης παντοδυναμίας που απολαμβάνει στο εσωτερικό της χώρας, και η οποία ψυχολογικά τον εξωθεί στη ανοιχτή διατύπωση των βαθύτερων επιδιώξεών του, που άλλωστε δεν είναι μόνον δικές του. Ο σχεδιασμός του κινείται σταθερά επί του άξονος της αποκατάστασης, με κάθε μέσο, της οθωμανικής τάξης. Το όραμά του συνεπαίρνει όχι μόνον τις ισλαμιστικές μάζες της Ανατολίας, που τον λατρεύουν ως τον μεγάλο πατέρα, αλλά και το ισχυρό εθνικιστικό κίνημα, που συντάσσεται δι’ αυτού του τρόπου στο πολιτικό του άρμα. Η σωβινιστική εξωτερική πολιτική δίνει συνάμα και εντός του στρατού, που το κύρος του επλήγη από το φιάσκο του στρατιωτικού πραξικοπήματος, αφορμή ταύτισής του με την εκτελεστική εξουσία.
·         Η μεταπραξικοπηματική πραγματικότητα επιτρέπει στην Άγκυρα να κινείται με πρωτοφανή ευχέρεια στο διεθνές πεδίο. Η Τουρκία χρησιμοποιεί εντέχνως προς όφελός της την αντιπαράθεση Αμερικής-Ρωσίας αλλά και την αντίθεση Αμερικής-Γερμανίας, που δεν πρέπει καθόλου να την υποτιμούμε, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τον ελληνοτουρκικό χώρο. Κατόρθωσε ο Ερντογάν να βρεθεί σε μια θέση, σχεδόν στο απυρόβλητο, που όλα να του επιτρέπονται ώστε να μην χολωθεί και συνταυτιστεί με τον αντίπαλο. Ωστόσο, ο ίδιος γνωρίζει ότι αυτή η ιδανική για τη Τουρκία κατάσταση έχει ημερομηνία λήξεως. Αργά ή γρήγορα το τοπίο θα ξεκαθαρίσει και θα πρέπει να διαλέξει με ποιόν θα πάει και ποιόν θα αφήσει – αν και είναι προδιαγεγραμμένο ότι θα πέσει και πάλι στην αγκαλιά των Αμερικανών. Οπότε, βιάζεται να βάλει όλα τα θέματα πάνω στο τραπέζι, αφού προς ώρας κανείς δεν θα του τραβήξει το αυτί, αλλά αντιθέτως θα βρει ευήκοα ώτα...

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Η υστερία της Δύσης οφείλεται στην αναμενόμενη νίκη του Άσσαντ στο Χαλέπι



του Γιεβγιένι Κρούτικωφ

Οι «διπλωματικές μάχες» γύρω από τη Συρία, που το τελευταίο διάστημα έχουν λάβει χαρακτήρα εκτόξευσης συνεχών κατηγοριών της Δύσης εναντίον της Ρωσίας, έχουν σχέση με τις στρατιωτικές μάχες που γίνονται στη χώρα. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους παρακολουθούν την κατατρόπωση των Σύρων μαχητών στο Χαλέπι και γνωρίζουν ότι αυτό θα προκαλέσει θεμελιώδεις ανατροπές και όχι μόνον στη συγκεκριμένη περιοχή.
Έχει γίνει κοινός τόπος να θεωρούμε ότι η μάχη για το Χαλέπι σχετίζεται αποκλειστικά με το μέγεθός και τη γεωγραφική του θέση. Πριν τον πόλεμο, το Χαλέπι, με τα περισσότερα από 2 εκατομμύρια κατοίκους, ήταν η μεγαλύτερη σε μέγεθος πόλη της χώρας, η οικονομική πρωτεύουσα, για να μην αναφέρουμε την πολιτιστική σημασία μιας από τις αρχαιότερες πόλεις του ανθρώπινου πολιτισμού. Λίγο πριν το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου το Χαλέπι, όπως, εξάλλου και όλη η Συρία, βίωνε ένα είδος «χρυσής εποχής». Είχε μάλιστα αναγνωριστεί και ως η «πρωτεύουσα του ισλαμικού κόσμου», παρά την πολυπολιτισμικότητα και πολυθρησκευτικότητά του.
Τώρα είναι ένας σωρός από ερείπια, στα οποία σε άθλιες συνθήκες ζουν (αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη λέξη) όχι περισσότεροι από 300-350 χιλιάδες άνθρωποι. Οικονομία στο Χαλέπι δεν υφίσταται, οι υποδομές έχουν καταστραφεί. Και ηχεί περίεργα το επιχείρημα ότι δήθεν η κατάληψη του ανατολικού ενός τρίτου του Χαλεπιού είναι αναγκαία για τον Άσσαντ για να ενισχύσει την οικονομία της χώρας και για να στρατολογήσει κόσμο για το στρατό του. Αντιθέτως, η επιστροφή του πλήρους ελέγχου του Χαλεπιού θα απαιτήσει τεράστιες επενδύσεις για την αποκατάσταση της πόλης, όπως συνέβη και με τις συνοικίες της Δαμασκού, οι οποίες καταλήφθηκαν εκ νέου από την κυβέρνηση αφού ήσαν για κάποια χρόνια υπό τον έλεγχο των τζιχαντιστών. Επίσης, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι θα υπάρξει μαζική επιστροφή στο Χαλέπι όλων των προσφύγων που το έχουν εγκαταλείψει. Πολλοί από αυτούς είναι ήδη στην Ευρώπη ή στην Τουρκία. Ο πληθυσμός δε, που για χρόνια έζησε υπό την εξουσία των τζιχαντιστών, πρέπει αρχικώς να «φιλτραριστεί» προσεκτικά, ενώ για καθαρά ψυχολογικούς λόγους δεν είναι σε θέση να συνεχίσει τον πόλεμο.
Στην αρχή, την άνοιξη του 2012, ομάδες των τζιχαντιστών και της αντιπολίτευσης πυροδότησαν τον πόλεμο γύρω από το Χαλέπι. Τότε έγιναν πολλές τρομοκρατικές επιθέσεις από βομβιστές αυτοκτονίας, ενώ το καλοκαίρι του ιδίου χρόνου άρχισαν οι οδομαχίες, αρχικώς στα προάστια και έπειτα στο ιστορικό κέντρο και στις γειτονιές των διαφόρων εθνοτήτων. Για την αντιπολίτευση, η οποία ήδη από τότε διέθετε βαρύ οπλισμό και τεθωρακισμένα, ο έλεγχος του Χαλεπιού και της Ιντλίμπ σήμαινε τη δημιουργία στα βόρεια της χώρας ενός συμπαγούς εφαλτηρίου, από το οποίο θα μπορούσε να προελάσει προς τη Δαμασκό. Επιπλέον, η διατήρηση ενός τέτοιου σημαντικού πληθυσμιακού κέντρου θα επέτρεπε τη δημιουργία κάθε είδους «κυβέρνησης», στο όνομα της οποίας και θα συνεχιζόταν ο πόλεμος με την κυβέρνηση Άσσαντ, λαμβάνοντας βοήθεια από το εξωτερικό. Ωστόσο, είχε μεγάλη διαφορά μια παρέα «απατεώνων» σε ένα εστιατόριο ξενοδοχείου στο Κατάρ από μια «κυβέρνηση» που δρα στην μεγαλύτερη πόλη της χώρας.

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016

Όταν ο «εθνομηδενισμός» βαπτίζεται «εθνολαϊκισμός»!


Καταντά κωμική η εμμονή της πάλαι ποτέ συστημικής διανόησης, όπως αυτή διαμορφώθηκε στα χρόνια της «σημιτικής» διακυβέρνησης και απέκτησε το πρόσημο «εκσυγχρονιστική», να βαπτίζει την παρούσα κυβέρνηση «εθνολαϊκιστική» ή «εθνικολαϊκιστική». Επιμένουν σύμπαντες οι αναλυτές του χώρου αυτού σε έναν όρο, και κυρίως στο πρώτο συνθετικό της λέξης, τη στιγμή που και οι πέτρες ακόμη έχουν αντιληφθεί ότι οι σημερινοί κυβερνώντες συνιστούν την πεμπτουσία του «εθνομηδενισμού», τον οποίον άλλωστε ουδόλως αποκρύπτουν. Όλες ανεξαιρέτως οι βασικές παράμετροι του κυβερνητικού βίου και της πολιτείας του ΣΥΡΙΖΑ κινούνται σταθερά και απαρέγκλιτα επί του άξονος της υπονόμευσης των αρμών του έθνους-κράτους και της εξυπηρέτησης αλλότριων συμφερόντων.
Πρώτο παράδειγμα, ο τομέας της οικονομίας. Εκεί η κυβέρνηση, χωρίς αναστολές, προκάλεσε και συναίνεσε στον αφελληνισμό των τραπεζών και στην δημιουργία ενός οργανισμού που θα διαχειρίζεται τη δημόσια περιουσία επί 99 χρόνια, και ο οποίος θα βρίσκεται υπό ξένο έλεγχο. Όσον αφορά στις αντιδράσεις σε διάφορα επενδυτικά σχέδια, είναι φανερό ότι δεν οφείλονται σε παγιωμένες αντιλήψεις εθνικής κυριαρχίας αλλά σε συγκεκριμένα συμφέροντα, τα οποία επεδίωξαν την ανάρρηση του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία για ίδιον όφελος. Ως εκ τούτου, καθίσταται αρκετά ευχερής η υπέρβαση των αντιδράσεων, μέσω και των υπογείων συναλλαγών, χωρίς να επικρατεί, πέραν της βαριάς θλίψεως για τις πρόσκαιρες «ήττες στην πορεία προς τον σοσιαλισμό», σοβαρή αναταραχή για την πρωτοφανή εθνική καταρράκωση.
Περνάμε τώρα στο φλέγον ζήτημα της μετανάστευσης και των προσφύγων. Η δήθεν «εθνο»-λαϊκιστική» κυβέρνηση άνοιξε εκουσίως και εσκεμμένως διάπλατα τα εθνικά σύνορα, από τις πρώτες ημέρες που βρέθηκε στην εξουσία, το 2015. Ό,τι συνέβη στη συνέχεια αποτέλεσε τη φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων. Εντούτοις, η κυβέρνηση ουδέποτε έδειξε να επιθυμεί τη μεταβολή της πολιτικής προσέγγισης που ακολουθούσε προς το μεταναστευτικό πρόβλημα. Αντιθέτως, πίσω από την «ανθρωπιστική» ρητορεία προβάλλουν ξεκάθαρα τα ιδεολογικά δόγματα της παγκοσμιοποίησης για «ανοιχτά σύνορα» και «πολυπολιτισμική κοινωνία». Η μοναδική επιφύλαξη που διατυπώθηκε ήταν αυτή για τη πιθανότητα εκδήλωσης ανεξέλεγκτης κρίσης, που θα απειλούσε την επιβίωση της κυβέρνησης. Κατά τα λοιπά, το μεταναστευτικό/προσφυγικό χρησιμοποιείται εντέχνως ως το κατ’ εξοχήν πολιτικό εργαλείο πόλωσης της αριστεράς με τη δεξιά, χρήση που αδιαφορεί παντελώς για την δια του τρόπου αυτού υπερδιόγκωση της άκρας δεξιάς. Η σκαιότατη συμπεριφορά των κυβερνητικών παραγόντων επί των τοπικών κοινωνιών, που αντιδρούν για το βάρος που επωμίζονται χωρίς να ερωτηθούν, αποκαλύπτει και τις πραγματικές τους προθέσεις. Προθέσεις που καθίστανται περαιτέρω εμφανείς όταν πληροφορούμαστε για την αγαστή συνεργασία της κυβέρνησης με τον Σόρος και το δίκτυό του. Όσον αφορά στην μετατροπή του Αιγαίου σε χώρο μειωμένης ελληνικής κυριαρχίας, σύμφωνα με τις μακροχρόνιες τουρκικές επιδιώξεις, είναι κάτι το οποίο δεν ανησυχεί ούτε κατ’ ελάχιστον τους κυβερνώντες. Ίσως κάποιους και να τους ικανοποιεί, καθώς η νέα πραγματικότητα λόγω μεταναστευτικών ροών, ανοίγει το δρόμο σε μια συνολική διευθέτηση με τη Τουρκία, απαλλάσσοντας έτσι την Αθήνα από το «εθνικιστικό» καθήκον να αντιστέκεται στην νεο-οθωμανική επιθετικότητα σε μια θάλασσα που «ανήκει στα ψάρια της»…

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016

Κούρδοι και Κύπριοι απέναντι στην επέλαση του Ερντογάν




Αν η φορά των γεγονότων συνεχιστεί ως έχει στη παρούσα φάση τότε το 2016 θα γίνει έτος ενός πρωτοφανούς και πολλαπλού θριάμβου της Τουρκίας και του Ερντογάν. Ενώ, έως και πρόσφατα, η Άγκυρα ήταν στριμωγμένη και απομονωμένη σ’ όλα σχεδόν τα μέτωπα, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα το νεο-οθωμανικό όραμα αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά. Η αρχή σημειώθηκε στη Συρία, όπου μια τουρκική ζώνη κατοχής εντός των, επί το πλείστον, κουρδικών εδαφών, την οποία επί χρόνια επεδίωκε η Τουρκία, είναι ήδη γεγονός. Και μάλιστα επίκειται γενναία διεύρυνσή της έως ακόμη και τη Ράκκα- αν πιστέψουμε τους Τούρκους αξιωματούχους που μιλούν για τα σχετικά σχέδια που απεργάζονται από κοινού με τις ΗΠΑ.
Η επόμενη νίκη της τουρκικής επέλασης αναμένεται το, δίχως άλλο, στην Κύπρο με την επιβολή της νέας λύσης, που αμερικανο-βρετανοί με πολλή επιμονή και επιμέλεια προετοίμασαν και προώθησαν –βοηθούντων βεβαίως από προθύμους πολιτικούς ηγέτες σε Κύπρο και Ελλάδα. Αν συνυπολογίσουμε σ’ αυτά τη τουρκική στρατιωτική παρουσία στο βόρειο Ιράκ και την αυξανόμενη πίεση για αλλαγή του status στο Αιγαίο, με μοχλό τις μεταναστευτικές ροές –ήδη η ΜΙΤ θα κάνει ελέγχους για τζιχαντιστές στα ελληνικά νησιά (!)- ο σουλτάνος της Άγκυρας δικαίως μπορεί να αισθάνεται δικαιωμένος για την υπεροψία του.
Ο Ερντογάν εκμεταλλεύθηκε άριστα το άγχος της δύσης για τον τρόπο που ο ίδιος διαχειρίζεται την μεταπραξικοπηματική Τουρκία. Οι μαζικές εκκαθαρίσεις στο εσωτερικό της χώρας και το αναβαθμισμένο κύρος του, όπου η κεμαλική και εθνικιστική αντιπολίτευση έχει καταστεί ούρα του ΑΚΡ, τού πρόσφεραν μια ιδιότυπη ασυλία στις όποιες επιλογές του. Είχε έτσι την άνεση να κινείται κατά το δοκούν και έριξε επιδέξια τον «άσσο» του, που ήταν η επαναπροσέγγιση με τη Ρωσία. Η πρόθεση του Πούτιν να διαρρήξει τη νατοϊκή συνοχή και η επείγουσα ανάγκη του να χαλαρώσει ένα πλεονάζον εχθρικό μέτωπο στη συνεχιζόμενη περικύκλωση της Ρωσικής Ομοσπονδίας, που επιχειρεί η Ουάσιγκτον, οδήγησε σε μια κατ’ αρχήν συμφωνία, την οποία ο Ερντογάν εκμεταλλεύθηκε άμεσα και ουσιαστικά. Ενώ οι Αμερικανοί έβαζαν βέτο σε κάθε απόπειρα τουρκικής στρατιωτικής επέμβασης στο έδαφος της Συρίας, καθώς αυτό, μεταξύ άλλων, θα έβαζε σε κίνδυνο τη συνεργασία τους με τους Κούρδους που ήταν η μοναδική χερσαία δύναμη που τους εξυπηρετούσε στον πόλεμο με το ΙΚ, τώρα εκόντες άκοντες αποδέχθηκαν τα τετελεσμένα. Γιατί κατά την, εξευτελιστική για μια υπερδύναμη, επίσκεψη του Μπάιντεν στην Άγκυρα, οι Τούρκοι μπήκαν στη Συρία παίρνοντας σε μια σικέ μάχη την Τζαραμπλούς από τους τζιχαντιστές, και κτυπώντας ανελέητα τους έκπληκτους Κούρδους. 

Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

Η Ελλάδα «χώρα-κλειδί» στους σχεδιασμούς του «Open Society Initiative for Europe»



Σχετικά με τα έγγραφα του DCLeaks για την «ουκρανική εκστρατεία» του Σόρος

Ο βασικός όγκος των 2.576 εγγράφων του Τζωρτζ Σόρος που διέρρευσαν και δημοσιεύθηκαν από την ιστοσελίδα DCLeaks ρίχνει φως στην ανάμειξη του μεγιστάνα στις ουκρανικές υποθέσεις και στην προσπάθεια διαμόρφωσης της κοινής γνώμης της Δ. Ευρώπης για το πραξικόπημα του Φεβρουαρίου του 2014, μέσω μιας σειράς προγραμμάτων και παρεμβάσεων στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
«Η ανάδυση μιας ‘Νέας Ουκρανίας’ φέρει μαζί της την ευκαιρία της αναζωογόνησης του ευρωπαϊκού σχεδίου», αναφέρεται σε έγγραφο του 2015 του «Open Society Initiative for Europe» (OSIFE) με τον τίτλο «The Ukraine debate in Western Europe».
«Ωστόσο, αυτό περιπλέκεται από την απροθυμία ορισμένων παραγόντων της Ε.Ε. να αποδεχθούν την επανάσταση της ‘Μαϊντάν’ ως δημοκρατική και την ουκρανική κυβέρνηση ως νόμιμη. Αυτοί οι παράγοντες έχουν τη δική τους ατζέντα –που σχετίζεται με τις δικές τους εκτιμήσεις για τη Ρωσία- και ως εκ τούτου θα είναι δύσκολο να τους επηρεάσουμε» και προσθέτει ότι «για άλλες ομάδες και πρόσωπα, στην πολιτική αριστερά και σε διάφορα κοινωνικά κινήματα, μπορεί κάποιος να ανιχνεύσει τη σύγχυση σχετικά με την κατάσταση στην Ουκρανία».
Η OSIFE διευκρινίζει ότι αυτή «η δεύτερη ομάδα αποτελείται από βασικούς διαμορφωτές γνώμης, έναν αριθμό παραδοσιακών ‘συστημικών’ παικτών, αναδυόμενων πολιτικών κομμάτων –ιδιαιτέρως στην Νότια Ευρώπη- όπως το ‘Κίνημα 5 Αστέρων’ στην Ιταλία, το ‘Ποδέμος’ στην Ισπανία και τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, και ένα ευρύ φάσμα φιλελεύθερων ΜΚΟ στη δυτική Ευρώπη».
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί το «πρόβλημα» το ίδρυμα του Σόρος θα προωθούσε μια σειρά από πρωτοβουλίες στοχεύοντας στη κατάλληλη διαμόρφωση της δυτικοευρωπαϊκής κοινής γνώμης ως προς το ουκρανικό ζήτημα. Το έγγραφο αποκάλυψε ότι το OSIFE έθεσε τρεις μείζονες στόχους:
·         Πρώτον, «να ενθαρρύνει τη συζήτηση και τις αμφιβολίες σε αυτά τα δημοκρατικά αριστερά κινήματα, κόμματα και πολίτες της Δυτικής Ευρώπης, που μια αρνητική αντίληψη για τον μετασχηματισμό της Ουκρανίας είναι ηγεμονική ή κυρίαρχη».
·         Δεύτερον, «να αμφισβητηθεί η ιδέα ότι η ανεξαρτησία και η ακεραιότητα της Ουκρανίας είναι μια υπόθεση της δεξιάς».
·         Τρίτον «να επηρεάσει στην Νότια Ευρώπη, ιδίως μεταξύ της ομάδας των αμφισβητιών, τον τρόπο μετάδοσης και αντίληψης της πληροφόρησης για την κατάσταση στην Ουκρανία».