Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Ομιλία στη συζήτηση "Η Ελλάδα και οι γεωπολιτικές προκλήσεις"

gevpolitika
Το γεωπολιτικό πλαίσιο της σύγκρουσης ΗΠΑ-Ρωσίας
Η σημερινή συζήτηση περιλαμβάνει μια σειρά από επιμέρους καυτά μέτωπα και γεωπολιτικές υπο-περιφέρειες σε αναταραχή. Η ορθή ανάλυση, όμως, για την κάθε μια από αυτές δεν μπορεί να μη λάβει υπ’ όψη της τα τεκταινόμενα στις άλλες. Μια σαφής απόδειξη του κρίσιμου σημείου που βρίσκεται σήμερα η παγκοσμιοποίηση.
Ανάμεσά τους ο πόλεμος στην Ουκρανία συνιστά επιπλέον το σημείο καμπής, όπου ο νέος ψυχρός πόλεμος ΗΠΑ-Ρωσίας πήρε και επίσημη μορφή.
Για τον μη δογματικό και εμποτισμένο από ιδεολογήματα του συρμού που κατέκλυσαν μετά το ’90, η πορεία αυτή ήταν περίπου προδιαγεγραμμένη. Η προφητεία του αν-ιστορικού και υπερ-ιστορικού «παγκόσμιου χωριού» ήταν πρωτίστως μια επινόηση για την επιβολή της αμερικανικής ηγεμονίας και της εξουσίας συγκεκριμένων πολυεθνικών ελίτ.
Οι ΗΠΑ, βεβαίως, ποτέ δεν άφησαν τα πράγματα στη τύχη τους. Φρόντιζαν με συνέπεια να εξαπλώνουν τις σφαίρες επιρροής τους, κάνοντας χρήση κάθε εθνικιστικού ή θρησκευτικού κινήματος που τις εξυπηρετούσε στα Βαλκάνια, τον Καύκασο, την ανατολική Ευρώπη, την Κ. Ασία, την Μέση Ανατολή.
Η ιμπεριαλιστική ή «νέο-ιμπεριαλιστική» -λόγω των νέων χαρακτηριστικών που τη συνιστούν- πολιτική είναι μια εκ των ων ουκ άνευ συνθήκη για τον αμερικανικό μονοπολισμό.
Στον στρατηγικό σχεδιασμό των ΗΠΑ η Ρωσία αποτελεί πάντοτε τον απειλητικότερο αντίπαλο, απειλητικότερο και από το εξτρεμιστικό ισλάμ –για λόγους μεγεθών, στρατιωτικής ισχύος, πλουτοπαραγωγικών πηγών, αυτοκρατορικής ιδεολογίας της κρατικής ελίτ. Και είχαν υπόψη τους την επικινδυνότητα από μια πιθανή οικονομική ή/και στρατηγική σύμπραξη με άλλες περιφερειακές υπερδυνάμεις, όπως η Γερμανία και η Κίνα.

Και είχαν δίκιο.
Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι η Ρωσία κινδύνευσε να διαλυθεί τη δεκαετία του 1990. Αν συνέχιζε να ακολουθεί τις υπαγορεύσεις της Δύσης θα είχε το τέλος που ανέστειλε η επανάσταση του 1917. Άκρατος νεο-φιλελευθερισμός, διασπορά κέντρων εξουσίας, δράση ανεξέλεγκτων δήθεν κοινωνικών οργανώσεων με χρηματοδότηση από το εξωτερικό.
Ένα οιονεί εσωτερικό πραξικόπημα άλλαξε όμως τη φορά των πραγμάτων και η νίκη στη Τσετσενία νομιμοποίησε τη νέα εξουσία του Πούτιν.
Στο εξής η διακυβέρνηση του Ρώσου προέδρου θα στηρίζεται:
·         στον συγκεντρωτισμό,
·         στον μερικό αυταρχισμό και
·         στην επιθετική εξωτερική οικονομική πολιτική με κύριο όπλο τις ενεργειακές πηγές.
Η πολιτική αυτή επέτρεψε την επανεμφάνιση της Ρωσίας με αξιώσεις σε διάφορες περιοχές όχι μόνον στο «εγγύς εξωτερικό» της αλλά ευρύτερα. Στην Δυτική Ευρώπη, στην Κίνα, στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή.
Ο ανταγωνισμός με τις ΗΠΑ και άλλα δυτικά συμφέροντα, εκδηλώνονταν σταθερά σε ολοένα και νέα μέτωπα, σε έναν, θα τον χαρακτηρίζαμε, «πόλεμο των αγωγών», μιας και η ενέργεια ήταν ο πυρήνας αυτού του ανταγωνισμού.
Η Ουάσιγκτον ταυτόχρονα επιχειρούσε τη διείσδυση στην αυλή της Ρωσίας, σε χώρες όπως η Γεωργία και η Ουκρανία με τις λεγόμενες έγχρωμες επαναστάσεις, και την ευγενική χορηγία του «Ιδρύματος Σόρος». Σε πρώτη φάση, όμως, αυτές δεν είχαν την επιθυμητή κατάληξη. Στην μέν Γεωργία κατέληξε στην ταπεινωτική ήττα από τη Ρωσία το 2008 εξ αφορμής της νότιας Οσετίας. Στη δε πορτοκαλί επανάσταση, οι φιλορωσικές δυνάμεις πήραν, προσωρινά, τη ρεβάνς. Η επιρροή των ΗΠΑ παρέμενε υψηλή και στις δύο χώρες, ενώ πέτυχαν να ακυρώσουν τη πρώτη σοβαρή προσπάθεια διείσδυσης της Μόσχας στα Βαλκάνια μέσω του αγωγού Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη. Και επιτρέψετε μου να διατυπώσω την άποψη ότι αυτή ίσως να ήταν η τελευταία σοβαρή ρωσική περιπέτεια της Ελλάδας για πολλά ακόμη χρόνια.
Αλλά η ενεργητική εξωτερική πολιτική της Ρωσίας δεν αναχαιτίστηκε. Και το 2013 οι ΗΠΑ βρέθηκαν σε ιδιαίτερα δυσμενή θέση. Η παρατεταμένη οικονομική κρίση συνοδεύτηκε από μια σειρά ήττες, κυρίως στη Μέση Ανατολή, με σημαντικότερη αυτήν από τη μη αναμενόμενη αντοχή του συμμάχου της Μόσχας Άσαντ, αλλά και την επανέναρξη στενών οικονομικών και στρατιωτικών σχέσεων με την Αίγυπτο των στρατηγών.
Έτσι η Ουάσιγκτον επιχείρησε γενική αντεπίθεση.

Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ουκρανία, κέρδη και ζημίες
Το κτύπημα δόθηκε στην «αχίλλειο πτέρνα» των Ρώσων, στην Ουκρανία. Για την βαθιά αντίθεση του λαού της Ουκρανίας, τις διαφορετικές ιστορικές του καταβολές σήμερα γνωρίζουμε όλοι.
Και για να είμαστε ακριβείς στις εκτιμήσεις μας, αν και ο ξένος παράγων έπαιξε ρόλο στην εξέγερση και στην καθοδήγησή της, θεωρούμε, όμως, ότι αργά ή γρήγορα στη χώρα αυτή η εθνοτική αντίθεση θα έπαιρνε βίαια μορφή, με όποια πρόφαση. Η Μαϊντάν ήταν το τρίτο σοβαρό εθνικιστικό κύμα από το 1990-92. Οι κοινωνικές δυνάμεις που το υποστήριζαν ήταν συμπαγείς, είχαν οργάνωση, και πολιτικά εκφράστηκαν από μια άκρα δεξιά με βαθιές ρίζες στις δυτικές περιοχές.
Ασφαλώς, η έλλειψη ενεργητικής υποστήριξης στον Γιανουκόβιτς και τις ρωσόφιλες πολιτικές δυνάμεις έπαιξε ρόλο στην νίκη των ακροδεξιών της δυτικής Ουκρανίας. Και αυτό οφείλεται στην απογοήτευση, τη διαφθορά, τη φτώχεια, την εγκατάλειψη σε μια χώρα που από την ανεξαρτησία της ως σήμερα έχει μειωθεί κατά 6 εκατομμύρια κατοίκους, δηλαδή σχεδόν 12%, με υψηλά ποσοστά θνησιμότητας, με έναν στους πέντε να θεωρείται αλκοολικός.
Τα γεγονότα στη συνέχεια λίγο πολύ γνωστά.
Ο Πούτιν αντέδρασε άμεσα και αφού έχει προηγηθεί ένα δημοψήφισμα στη κατ’ εξοχήν κατοικημένη από Ρώσους χερσόνησο της Κριμαίας και την ενέταξε χωρίς πρόβλημα στη Ρωσική Ομοσπονδία.
Τα πράγματα περιεπλάκησαν με την εξέγερση των Ρωσόφιλων της Νοβορωσσίας.
Η κυβέρνηση του Κιέβου, με ξένη συνδρομή αλλά και με τους Ουκρανούς εθνικιστές αντέδρασε άμεσα, βίαια και αρχικά αποτελεσματικά.
·         Απέτρεψε την εξάπλωση της εξέγερσης σε ρωσόφιλες περιοχές όπως η Οδησσός, το Χάρκοβο ή το Ζαπαρόζε.
·         Εγκαθίδρυσε καθεστώς καταστολής σε όλη τη χώρα, με μέλη της ακροδεξιάς.
·         Και απείλησε ακόμη με εξολόθρευση τούς γενναία αγωνιζόμενους πολιτοφύλακες του Λουγκάνσκ και του Ντονιέτσκ. Τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα για τους ρωσόφιλους με την κατάρριψη του μαλαισιανού αεροπλάνου.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ρωσία ενίσχυσε με οπλισμό και άνδρες τις μονάδες αντίστασης, Και χάριν αυτής της βοήθειας η πορεία του πολέμου αντεστράφη και ιδιαίτερα με το άνοιγμα του τρίτου μετώπου που απείλησε το στρατηγικής σημασίας λιμάνι της Μαριούπολης, το Κίεβο, με σχεδόν συντριμμένο το στρατό και με απώλεια ηθικού σύρθηκε σε μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, που δεν την ήθελε. Τουλάχιστον με αυτόν τον τρόπο.
Όπως φάνηκε ο Πούτιν
·         απέφυγε όσο μπορούσε την άμεση ανάμειξη, στην οποία ήθελαν να τον σύρουν οι ΗΠΑ, καθώς παράλληλος στόχος του ήταν να δώσει τη δυνατότητα στις ευρωπαϊκές χώρες να διαφοροποιηθούν από την Ουάσιγκτον στο ζήτημα των κυρώσεων εναντίον του,
·         επεδίωξε να δημιουργηθεί μια αμφισβητούμενη περιοχή, ενταγμένη στη ρωσική σφαίρα επιρροής. Και αυτό επετεύχθη στο Λουγκάνσκ και στο Ντονιέτσκ. Θυμίζουμε ότι κάτι ανάλογο συμβαίνει στην Μολδαβία με την Υπερδνειστερία, και στη Γεωργία με την Αμπχαζία και την Νότιο Οσετία. 
·         Ο στρατηγικός στόχος του ήταν η αποτροπή της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και, αντιθέτως η μετατροπή της σε φιλανδοποιημένη στρατιωτικά χώρα και σε πεδίο ρωσο-γερμανικής οικονομικής συνεργασίας. Η Μόσχα προτιμά οι δύο αποσχισθείσες περιφέρειες να έχουν ιδιαίτερο στάτους εντός της Ουκρανίας με δικαίωμα βέτο στην εξωτερική πολιτική.
Ένα απευκταίο σενάριο για τις ΗΠΑ και την σημερινή ηγεσία του Κιέβου.  Η τελευταία έχει μπροστά της μια πραγματική απειλή: το βαρύ «ρούσικο» χειμώνα. Χωρίς ρωσικό φυσικό αέριο, χωρίς θέρμανση, οι πεινασμένοι και παγωμένοι Ουκρανοί μπορεί να μη φανούν τόσο υπομονετικοί με τις πολιτοφυλακές των ακροδεξιών που επιτηρούν σε όλες τις πόλεις.  

Από τη πλευρά των ΗΠΑ τα κέρδη από την αντιπαράθεση δεν είναι αμελητέα:
·         Ελέγχει απόλυτα την Ουκρανία, και ο αμερικανικός στρατός έχει αισθητή τη παρουσία του.
·         Σέρνει την Ευρώπη σε σκληρές κυρώσεις εναντίον της Μόσχας και διασπά τον οικονομικό άξονα Μόσχας-Βερολίνου, αναχαιτίζοντας τις τάσεις χειραφέτησης της Ευρώπης εν μέσω μιας μεγάλης οικονομικής κρίσης , που θα οξυνθεί λόγω και των ρωσικών αντίμετρων.
·         Δημιούργησε ένα μέτωπο φανατικά αντι-ρωσικών χωρών απόλυτα  φιλο-αμερικανικών, της λεγόμενης νέας Ευρώπης, όπως οι Βαλτικές, η  Πολωνία, και η Ρουμανία που χωρίζουν την Ευρώπη στη μέση.
·         Στα Βαλκάνια που ήδη τέμνονται οριζόντια από το ισλαμικό τόξο, που απολαμβάνει την αμερικανική προστασία, ο South Stream έχει παγώσει. Στη διχασμένη Βουλγαρία η κυβέρνηση κατέρρευσε εξαιτίας αυτού, ενώ στη Σερβία ο αμερικανός πρέσβης της «τραβά το αυτί» στο Βελιγράδι διότι κάλεσε τον Πούτιν για τα 70 έτη από την απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας.
·         Τέλος, με τις κυρώσεις που θα πλήξουν την ρωσική οικονομία προσδοκούν να αυξηθούν οι κοινωνικές πιέσεις προς τον δημοφιλή Πούτιν. Αν μάλιστα υπάρξει ανακίνηση εθνικιστικών και θρησκευτικών εντάσεων από τους μουσουλμάνους της Ρωσίας, η χώρα μπορεί να βρεθεί σε δύσκολη θέση.

Απέναντι σε αυτούς τους κινδύνους η Μόσχα
·         προωθεί ένα πρόγραμμα ταχείας ανάπτυξης της εσωτερικής παραγωγής, με στόχο την υψηλότερη αυτάρκεια.
·         συνάπτει οικονομικές συμφωνίες με χώρες όπως η Τουρκία, η Αργεντινή και η Κίνα. Ειδικά με τη τελευταία προσδοκά μια στρατηγική συνεργασία ως αντίβαρο για τις απώλειες που έχει με τη Δύση.  
·         Επιμένει στην επιθετική εξωτερική πολιτική, όπου μπορεί
·         Τέλος, με το δόγμα του ευρασιανισμού, στοχεύει όχι μόνον στην εμπέδωση της ηγεμονίας στην Ανατολή αλλά και την εσωτερική συνοχή των διαφόρων εθνοτήτων που συγκροτούν τη Ρωσία.

Μπορεί η Ρωσία να τα καταφέρει; Μπορεί να πετύχει τους στόχους της; Μπορεί εντέλει να οδηγηθούμε σε ένα αναγνωρισμένο από όλους πολυπολικό διεθνές σύστημα;
Το εγχείρημα είναι ιδιαίτερα δύσκολο και θα κριθεί
α) από την κατάληξη της σύγκρουσης στην Ουκρανία
β) από το βαθμό επιτυχίας και την ταχύτητα εφαρμογής του προγράμματος ανασυγκρότησης της ρωσικής οικονομίας
γ) από τις εξελίξεις και στα άλλα μέτωπα αντιπαράθεσης, όπως στη Μέση Ανατολή και στη Δυτική Ευρώπη
Ας έχουμε υπόψη μας πάντως, ότι η Ρωσία είναι μια χώρα που οι οικονομικές ελίτ είναι δείγματα αποτρόπαιου νέο-πλουτισμού και φορείς των πιο ακραίων αξιών του καπιταλισμού, ενώ κυριαρχούν κραυγαλέες κοινωνικές ανισότητες, δεδομένα εξαιρετικά αρνητικά για τη πολιτική του Πούτιν.   

Η θέση της Ελλάδας
Τελειώνοντας, όσον αφορά την Ελλάδα, η οποία η κρίση της παγκοσμιοποίησης σχεδόν τη γονάτισε, βρίσκεται σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση.
Η αμεριμνησία των ελίτ, οι οποίες για ίδιον όφελος πήραν τοις μετρητοίς τις θεωρίες για το τέλος των εθνών κρατών και των εθνικών ταυτοτήτων και βιάζονταν να τελειώνουν πρώτα με το δικό μας για να αποδείξουν την προοδευτικότητά τους έχουν τη βασική ευθύνη για το σημείο που βρεθήκαμε.
Δυστυχώς, σήμερα η δημιουργία στρατοπέδων, οι συνθήκες νέου ψυχρού πολέμου, αφαιρούν από τη χώρα τις όποιες δυνατότητες πολυπολικής πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής.
·         Έχοντας φθάσει στο ναδίρ της ισχύος, με κατεστραμμένη οικονομία, με μειωμένη κυριαρχία, εξαρτώμενη όχι μόνον για τις εξωτερικές επιλογές της αλλά και τις εσωτερικές της,
·         Σε ένα περιβάλλον πραγματικά επικίνδυνο, όπου δεν υπάρχουν βεβαιότητες, όπως αφελώς πριν από λίγα χρόνια διατυμπάνιζαν οι σοφοί μας,
·         με μια Τουρκία ασυγκράτητη, παρά τα παθήματά της,
·         με τους τζιχαντιστές σε απόσταση αναπνοής,
·         με τους γειτονικούς, μικρούς μα πάντα απειλητικούς, αναθεωρητισμούς,
 το πλαίσιο των κινήσεων είναι λίγο πολύ προδιαγεγραμμένο: στενή έως ασφυκτική σύνδεση με τον ευρωατλαντικό άξονα, με τη συνδρομή και του Ισραήλ. Αν μου επιτρέπεται και μια πρόβλεψη θεωρώ ότι οι Ρώσοι κινδυνεύουν να χάσουν ακόμη και εκείνο το 10% από το χαρτάκι του Τσόρτσιλ το 1944.

Ακόμη κι έτσι, όμως, αποφεύγουμε τους κινδύνους; Δυστυχώς, όχι!
Η απόλυτη εξάρτηση, με όρους αποικίας, ακόμη κι αν αποφύγουμε μια αιφνίδια μετατροπή της σε βρόγχο, συνιστά στην περίπτωσή μας μια διαδικασία αργού θανάτου.
Για να αποκτήσουμε, όμως, ισχυρή εξωτερική πολιτική, απαιτείται  πρίν ένας γιγαντιαίος εσωτερικός μετασχηματισμός.
Πρωτίστως στην οικονομία. Αλλά και στο κράτος, στη δομή και στον ιδεολογικό του προσανατολισμό. Ώστε να μειωθεί ο βαθμός της εξάρτησης και του παρασιτισμού.
Κι ο Πούτιν κι ο Ερντογάν παίζουν παιχνίδι έξω γιατί άλλαξαν το παιχνίδι μέσα.
Δεν φθάνουν, λοιπόν, οι καλές διεθνείς συμφωνίες. Όπως δεν έφθασαν και οι συμφωνίες των Παλαιολόγων για την Ένωση των Εκκλησιών για να μην καταρρεύσει το Βυζάντιο.
Η πραγματικότητα είναι, όμως, ότι τούτη τη στιγμή ούτε πολιτικές οντότητες στοχεύουν σε αυτή την επίπονη μακρά διαδικασία, ούτε ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις το απαιτούν.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου