Τρίτη 14 Ιουλίου 2009

Ο ανταγωνισμός για τον έλεγχο της Ευρασίας

Σύμφωνα με τους θεωρητικούς της ρεαλιστικής σχολής των διεθνών σχέσεων, κατά την περίοδο πού ακολουθεί την επικράτηση μιας μοναδικής ηγεμονικής δυνάμεως παρατηρούνται δύο ταυτόχρονες τάσεις:

α. το κράτος νικητής προωθεί αξίες που διεκδικούν οικουμενικότητα, ως όχημα εμπέδωσης της ηγεμονίας του, ενώ
β. αναδυόμενες εστίες ισχύος αμφισβητούν την μονοπολική κατάσταση, διεκδικώντας αύξηση της δικής τους επιρροής.
Πέραν πάσης αμφιβολίας η μετα-ψυχροπολεμική περίοδος διέπεται ακριβώς από αυτές τις αντίρροπες δυναμικές. Απέναντι στην αλματώδη αμερικανική επέκταση διαμορφώθηκαν ανταγωνιστικές διαθέσεις, σε μια εικόνα που grosso modo ανταποκρίνεται στην περιγραφή του Χάντινγκτον για τις πολιτισμικές ζώνες.  Η πλέον συγκροτημένη  αμφισβήτηση της αναδιαμόρφωσης των γεωπολιτικών συσχετισμών προέρχεται από τη Ρωσία. Η επανάκαμψη της ρωσικού παράγοντα στις διεθνείς εξελίξεις σε τέτοιο υψηλό βαθμό συνιστά οπωσδήποτε μία ιστορική έκπληξη, λαμβάνοντας υπ όψη το ελάχιστο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την διάλυση της ΕΣΣΔ.
Ο συνδυασμός ενός χαρισματικού ηγέτη με την συγκυρία της έκρηξης των τιμών των, άφθονων στη αχανή αυτή χώρα, ενεργειακών υλών, αντέστρεψε την σταθερή ως τότε αποσύνθεσή της. Με μια συγχρονισμένη και αποτελεσματική κατασταλτική πολιτική εναντίον των ανεξέλεγκτων κύκλων της νέας πλουτοκρατίας και των φυγόκεντρων τάσεων των οντοτήτων της Ομοσπονδίας (η αιματηρή οπωσδήποτε ολοκλήρωση του πολέμου στη Τσετσενία ήταν η σπουδαιότερη κίνηση στην διαδικασία αυτή) ενισχύθηκε ο συγκεντρωτισμός. Η οικονομική άνοδος της μεσαίας τάξης και η τόνωση του πατριωτικού γοήτρου επιτρέπουν στην ρωσική εξωτερική πολιτική να αντιταχθεί στην απώλεια των εξωτερικών ερεισμάτων αλλά και να διεκδικεί αύξηση του μεριδίου ισχύος.
Από την άλλη πλευρά, από το τέλος του ψυχρού πολέμου η γεωπολιτική αναδιάταξη στον ευρασιατικό χώρο αποτέλεσε για τον ατλαντικό παράγοντα  το πρώτο του μέλημα. Το κύριο διακύβευμα της πολιτικής και οικονομικής διείσδυσης επικεντρώθηκε στην εκμετάλλευση και τον έλεγχο των διαδρομών διανομής των ενεργειακών πηγών της Κασπίας, της Κ. Ασίας και της Σιβηρίας. Από την επιτυχία του εγχειρήματος εξαρτάται άλλωστε η απρόσκοπτη συνέχιση της οικονομικής και πολιτικής ηγεμονίας.
Κατά συνέπεια οι εξελίξεις στη «νέα Ευρώπη», στον Καύκασο, στη Κεντρική Ασία και την Εγγύς Ανατολή εντάσσονται σε ένα ενιαίο πλαίσιο, σε μια επανάληψη ενός διευρυμένου «Great Game». Πρακτικά αυτό σήμαινε ότι στο κενό ισχύος που δημιούργησε η διάλυση της ΕΣΣΔ θα δημιουργείτο μια φιλο-δυτική γεωγραφική ζώνη με αφετηρία τη θάλασσα της Βαλτικής, που περνώντας από την Ουκρανία και τον Καύκασο θα επεκτεινόταν ως το ανατολικό Τουρκεστάν.
Οι αλλαγές στον χάρτη των Βαλκανίων, με την βοήθεια των ισλαμικών αναθεωρητικών δυνάμεων, εξοβέλισαν την ρωσική επιρροή και δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την δυναμικότερη μετακίνηση προς ανατολάς. Το επόμενο στάδιο πλέον θα μετατοπισθεί στο ρωσικό «εγγύς εξωτερικό», εκ παραλλήλου με την διείσδυση στον ισλαμικό ασιατικό νότο.
Οι «έγχρωμες επαναστάσεις» σε πρώην σοβιετικές δημοκρατίες αποτέλεσαν το κομβικό γεγονός της νέας φάσης του ανταγωνισμού. Το εθνικό πρόβλημα (το οποίο με τόση αφέλεια(;) λοιδορούν κάποιοι εγχώριοι διανοούμενοι), συνιστά τον ακρογωνιαίο λίθο της αμερικανικής πολιτικής στις χώρες της περιοχής. Το ιδεολογικό οπλοστάσιο των μεταλλαγών τροφοδοτείται πρωτίστως από το πρωτοφανούς διαστάσεως δίκτυο του Τζ. Σόρος και η πολιτική της «ανοικτής κοινωνίας» θα στηρίζεται στον κατά τόπο εθνικισμό, όταν αυτός, λόγω του ιστορικού παρελθόντος, αντιτάσσεται στην ρωσική επιρροή.
Μιά τακτική που θα αποτύχει, προσωρινά τουλάχιστον, στη Λευκορωσία, όπου η εθνική συνείδηση των κατοίκων δεν τους διαφοροποιεί από τους Ρώσους και ο Λουκασένκο κυβερνά με απολυταρχικές μεθόδους και σε ευθεία αντι-ατλαντική γραμμή.
Αντιθέτως στην Ουκρανία, μία χώρα 50 εκατομμυρίων και με έκταση όση σχεδόν η Γαλλία, η πολιτική διείσδυσης είχε σημαντικότερα αποτελέσματα. Εκεί διεξάγεται η σκληρότερη διαπάλη επιρροής, μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Μόσχας, που ίσως καταλήξει ακόμη και στην διαίρεση της χώρας. Το δυτικό τμήμα, με την ισχυρή ουκρανική εθνική συνείδηση και με μεγάλο ουνιτικό πληθυσμό, διαφοροποιείται σταθερά από τις ανατολικές φιλορωσικές περιοχές και αποτέλεσε τον κορμό της «πορτοκαλί επανάστασης». Μετά τα γεγονότα αυτά η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ φάνηκε ότι ήταν θέμα χρόνου και ότι η Ρωσία θα ωθούνταν για τα καλά προς την ασιατική της γωνιά.
Για τον Πούτιν και την παραδοσιακή ρωσική διπλωματία, όμως, είχε σημάνει η ώρα της αντεπίθεσης. Προχωρώντας στην κατασκευή υποθαλάσσιου αγωγού στην Βαλτική, έφερνε τη Γερμανία σε θέση στρατηγικού συμμάχου της Μόσχας, ενώ μειώνει καταλυτικά τη σημασία των φιλοαμερικανικών κρατών της Βαλτικής και της Πολωνίας. Παράλληλα, το Κίεβο κλυδωνίζεται από την ανασφάλεια που του προκαλούν οι εκβιασμοί της Gazprom. Η αδυναμία των ηγετών της πορτοκαλί επανάστασης να προσφέρουν αξιόπιστη πολιτική πρόταση θα καταλήξει στην ανάδειξη ως πρωθυπουργού του επικεφαλής του «Κόμματος των Περιφερειών» Γιανουκόβιτς. Μια από τις πρώτες ενέργειες του φιλορώσου πολιτικού είναι η ακύρωση της αίτησης για την εισδοχή στο Βορειο-ατλαντικό Σύμφωνο, ενώ ήδη νωρίτερα η απόπειρα να διεξαχθούν γυμνάσια του ΝΑΤΟ στη Κριμαία κατέληξαν σε οικτρή αποτυχία μετά από μαζικές διαμαρτυρίες.
Η αντιπαράθεση, όμως, μεταξύ των δύο κρατών, επεκτείνεται αναλόγως και σε όλες τις κληρονομημένες διενέξεις της μετασοβιετικής περιόδου.
Η ρωσόφιλη αποσχισθείσα περιοχή της Υπερδνειστερίας επιζητά με επιμονή την ένωσή της με τη Ρωσία. Η Μολδαβία έχοντας ελπίσει στην δυτικόστροφη επιλογή της Ουκρανίας εκτέθηκε σε αντι-ρωσικές κινήσεις προσδοκώντας την αμερικανική και ευρωπαϊκή συνδρομή για την επανένωση της χώρας. Εντάχθηκε στην ομάδα κρατών της GUAM (Γεωργία, Ουκρανία, Αζερμπαϊτζάν, Μολδαβία), που αποτελούν το μπλοκ των φιλοδυτικών χωρών και τώρα υφίσταται το οδυνηρό αποτέλεσμα των ρωσικών οικονομικών αντιμέτρων ενώ αγωνιά και για τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Η επανάληψη της στρατιωτικής σύγκρουσης της δεκαετίας του 1990 δεν είναι εκτός πιθανοτήτων και όπως και τότε η 14η ρωσική στρατιά εδρεύει ακόμη ανατολικά του Δνείστερου.   
Στο εκρηκτικό τοπίο του Καυκάσου και της Υπερκαυκασίας οι ΗΠΑ και η Μ. Βρετανία για μεγάλο διάστημα συγκράτησαν τις συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή με σκοπό την ολοκλήρωση του αγωγού Μπακού-Τιφλίδας-Τσειχάν. Μετά την περάτωση του σχεδίου αυτού συγκροτούν ένα σύστημα ασφαλείας για τον διάδρομο αυτό, με προφανή σκοπό να απώθηση τόσο της Ρωσίας όσο και του Ιράν από την περιοχή.
Η θεαματικότερη εκδήλωσή της σκληρής διαπάλης ΗΠΑ-Ρωσίας στην Υπερκαυκασία αποτέλεσε η γεωργιανή ροζ επανάσταση του Σαακασβίλι. Το νέο καθεστώς προώθησε την πλέον φιλοατλαντική πολιτική και με συνέπεια αμφισβήτησε τα ρωσικά ερείσματα στο Καύκασο. Η εκδίωξη των Ρώσων στρατιωτών πριν και από το 2008 και η ένταξη της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ είναι ο τελικός στόχος της νέας γεωργιανής ελίτ.
Η ανατροπή της φιλοδυτικής κυβέρνησης της Ουκρανίας επιτάχυνε τις αποφάσεις του Σαακασβίλι και η αμφισβήτηση της Μόσχας πέρασε σε ευθεία αντιπαράθεση. Η φυλάκιση φιλο-ρώσων ηγετών της αντιπολίτευσης, οι συλλήψεις Ρώσων στρατιωτικών για κατασκοπεία και η πρωτοβουλία στα πλαίσια της GUAM να αντικατασταθούν οι ρωσικές ειρηνευτικές δυνάμεις σε «καυτές» περιοχές του πρώην σοβιετικού χώρου υποδηλώνουν ότι προετοιμάζεται ένα τελικό ξεκαθάρισμα της κατάστασης. Άλλωστε και η αντίδραση της Μόσχας προδίδει ανάλογη αποφασιστικότητα. Η διακοπή της επικοινωνίας με τα μέσα μεταφοράς, της δυνατότητας αποστολής συναλλάγματος από τους Γεωργιανούς μετανάστες και ο αποκλεισμός των αγροτικών προϊόντων από τη ρωσική αγορά αποτελούν ουσιαστικά κτυπήματα στη γεωργιανή οικονομία. Ας σημειωθεί ότι τα χρήματα που κερδίζουν οι Γεωργιανοί στη Ρωσία εκτιμώνται ότι αποτελούν το 4,7% του γεωργιανού ΑΕΠ, ενώ άμεση ή έμμεση σχέση με ρωσικές επιχειρήσεις στη Γεωργία, σύμφωνα με τις πλέον συντηρητικές εκτιμήσεις, έχουν πάνω 200 χιλιάδες Γεωργιανοί. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Τράπεζας της Γεωργίας τα έσοδα από την σχέση με τις επιχειρήσεις αυτές φθάνουν τα 27 εκ. 250 χιλ. δολ.
Ουσιαστικά, όμως, η εξωτερική πολιτική της Γεωργίας δεν έχει να κάνει σε τίποτε σε αυτή τη φάση με την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της ή τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού της, καθώς έχει μετατραπεί σε μια επιδοτούμενη χώρα. Ο ρόλος που επιτελεί η Γεωργία στη γεωπολιτική σκακιέρα έχει ανάγκη μόνον από ένα καλά πληρωμένο στρατό και ειδικές υπηρεσίες. Από την πτώση του καθεστώτος Γκαμσαχούρντια η Τιφλίδα έχει δεχθεί από τις ΗΠΑ βοήθεια ύψους 1,3 δις. δολ., ενώ η Τουρκία ενισχύει τη Γεωργία με 40 εκ. δολ. ετησίως, αναδειχθεί σε δεύτερο σημαντικότερο στρατιωτικό προμηθευτή.
Η σημαντικότερη, βεβαίως πτυχή των εσωτερικών εξελίξεων της Γεωργίας παραμένουν τα μεγάλα προβλήματα των αποσχισθεισών περιοχών της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσσετίας. Και οι δύο λαοί των αντίστοιχων δημοκρατιών δεν επιθυμούν να παραμείνουν στα όρια της Γεωργίας και απολαμβάνουν της ρωσικής υποστηρίξεως, υποστήριξη που μπορεί να εξελιχθεί ακόμη σε στρατιωτική επέμβαση εάν ο Σαακασβίλι αποφασίσει την βίαιη προσάρτηση τους.
Στην απειλή της Ρωσίας, όμως, να εφαρμόσει σενάριο τύπου Κοσόβου στην Αμπχαζία και στη Νότια Οσετία ανώτατοι αμερικανοί αξιωματούχοι διατυπώνουν την άποψη ότι αυτό «θα γίνει χειροβομβίδα που θα σκάσει στα χέρια της Ρωσίας και θα αλλάξει όλη τη κατάσταση στο Βόρειο Καύκασο», υπονοώντας μάλλον και την περιοχή της Τσετσενίας.  Προφανώς η βίαιη αντιπαράθεση θα υποσκάψει το κύρος της Ρωσίας και η διεθνοποίηση των προβλημάτων θα αυξήσει τον ρόλο πρωτίστως του ΝΑΤΟ.
Σε αναβρασμό, όμως βρίσκονται και οι Αρμένιοι της περιοχής Samtskhe-Javakheti (250.000 κατ.), καθώς σκοπίμως διαδίδονται πληροφορίες ότι ο ρωσικός στρατός, που βρίσκεται εκεί για την προστασία τους, θα αντικατασταθεί με τον τουρκικό.  Ακόμη, χειρότερα, ο σχεδιασμός αυτός προβλέπει την δημιουργία πληθυσμιακής γέφυρας Αζερμπαϊτζάν– Τουρκίας μέσω της Γεωργίας με την εκδίωξη των Αρμενίων και αντικατάστασή τους με Μεσχέτες Τούρκους.
Στο Αζερμπαϊτζάν οι δυτικές εταιρείες ουσιαστικά απέκλεισαν τους Ρώσους από όλα τα υποσχόμενα προγράμματα στην αζερική πλευρά του βυθού της Κασπίας. Και ενώ έχουν εγκατασταθεί ήδη ραντάρ του ΝΑΤΟ, με την αποπεράτωση του πετρελαιαγωγού Μπακού-Τσεϊχάν Αζερμπαϊτζάν και Τουρκία ξεκίνησαν την κατασκευή του σιδηροδρομικής γραμμής Κάρς-Τιφλίδα-Μπακού και προωθούνται τα σχέδια για τον αγωγό φυσικού αερίου  Μπακού-Τιφλίδα-Ερζερούμ.
 Κατόπιν τούτων, η ρωσική επιρροή στην Υπερκαυκασία περιορίζεται πλέον στην Αρμενία, η οποία αποκλεισμένη σε εχθρικό κλοιό είναι αναγκασμένη να προσβλέπει στην Μόσχα για την διατήρηση της κυριαρχίας της και κυρίως στην διατήρηση της στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Παρ’ όλα αυτά η Ρωσία δείχνει να βρίσκεται σε πιο αδύναμη θέση απ’ ότι στο παρελθόν και στην διαδικασία επίλυσης της αζερο-αρμενικής σύγκρουσης. Οι ΗΠΑ και η Γαλλία έχουν μονοπωλήσει τη διαδικασία των συνομιλιών και τα σχέδια που έχουν κατατεθεί συντάχθηκαν από Βρετανούς εμπειρογνώμονες, με κύριο γνώμονα τον αποκλεισμό της Ρωσίας από τις νότιες διαδρομές και σε αυτά προβλέπεται ακόμη και η ανάπτυξη νατοϊκών στρατιωτικών δυνάμεων.
Απέναντι σε αυτή την επίθεση απώθησης η Ρωσία έχει προτείνει στην Τουρκία ένα σχέδιο Blue Stream-2, όπως επίσης και μία υπόγεια εγκατάσταση αποθήκευσης αερίου. Κυρίως, όμως, προωθεί το σχέδιο του αγωγού Μπουργκάς–Αλεξανδρούπολη ως μοναδική διέξοδο προς το νότο. Έτσι καθίσταται προφανές ότι η Ελλάδα καθίσταται πολύτιμη στα γεωπολιτικά σχέδια της Μόσχας αλλά μοιραία συνδέεται άμεσα και με τις εξελίξεις στον Καύκασο και τη Κασπία, που ανεβάζει και τον βαθμό επικινδυνότητας των όποιων επιλογών.
 Στην Κεντρική Ασία η ρωσική επιρροή έχει διατηρηθεί στο Τατζικιστάν και στην Κιργισία, ακόμη και μετά την «επανάσταση των τουλιπών», και κυρίως αποκαταστάθηκε στο Ουζμπεκιστάν. Το Καζαχστάν αντιθέτως χωρίς να προκαλεί τη Μόσχα συνεχίζει την προσέγγισή του με τη Δύση και με τα τεράστια αποθέματα κοιτασμάτων του ενισχύει καθοριστικά την διαμόρφωση του νέου γεωπολιτικού χάρτη.
Γίνεται λοιπόν φανερό ότι ο σκληρός αυτός ανταγωνισμός έχει ήδη μετατραπεί σε ένα νέο ψυχρό πόλεμο. Άλλωστε οι σχέσεις αντιπαλότητας δεν περιορίζονται στα όρια του πρώην σοβιετικού χώρου. Η δημιουργία μιας συμμαχίας Μόσχας-Βερολίνου-Παρισιού θα μπορούσε να αλλάξει όχι μόνον τις ευρω-αταλαντικές σχέσεις. Επιπτώσεις θα έχει αναπόφευκτα και η ίδια η πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς η αντιπαλότητα μεταξύ των κρατών μελών της Ε.Ε., που ήδη εκδηλώθηκε στον πόλεμο στο Ιράκ, θα πάρει μονιμότερο και οξύτερο χαρακτήρα.
Αλλά και στην ανατολική περιοχή του ευρωασιατικού χώρου απέναντι στον αυξανόμενο ρόλο των ΗΠΑ η Ρωσία επιδιώκει τον πολιτικό προσεταιρισμό της Κίνας. Οι πρώτες στην ιστορία τους κοινές στρατιωτικές ασκήσεις το 2005 ενείχαν την διάθεση αποστολής μηνύματος στην Ουάσιγκτον. Και επί πλέον η ενίσχυση του ρόλου της ομάδας της Σαγκάης (Κίνα, Ρωσία, Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Κιργισία) συνιστά μια ολοφάνερη απόπειρα για την δημιουργία ενός αντίπαλου στο ΝΑΤΟ περιφερειακού οργανισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου